Το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους στο Μακεδονικό Μέτωπο στη ζώνη επιχειρήσεων Φλώρινας – Μοναστηρίου

Shares

Γράφει ο | Γεώργιος Παλαιόπουλος,
Ιστορικός

Η Στρατιωτική Διοίκηση Αρχιπελάγους με έδρα τη Μυτιλήνη συγκρότησε το 1932 επιτροπή ανασυντάξεως της ιστορίας του 22ου Συντάγματός της. Να σημειωθεί ότι η ονομασία του κατά τη συγκρότησή του τον Οκτώβριο του 1916 αλλά και κατά τη συμμετοχή του στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Μακεδονικό Μέτωπο ήταν 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους, ενώ στη συνέχεια μετονομάστηκε σε 22ο Σύνταγμα. Πρόεδρός της ορίστηκε ο ταγματάρχης Σκαναβής Οδυσσεύς. Ο ίδιος στις 5 Ιουλίου 1932 εκτελώντας την υπ’ αριθ. 3941 διαταγή που εξέδωσε η Στρατιωτική Διοίκηση Αρχιπελάγους, το Νοέμβριο του προηγούμενου έτους, ενημέρωσε τα μέλη της επιτροπής σχετικά με την κατανομή της χρονικής περιόδου με την οποία θα ασχολούνταν, ως εξής:

i) Την περίοδο από την συγκρότηση του Συντάγματος μέχρι την ανακωχή του 1918, ανέλαβε να συντάξει ο ταγματάρχης Σκαναβής Οδυσσεύς.

ii) Για την περίοδο από την ανακωχή μέχρι το τέλος της εκστρατείας προς την Άγκυρα, ορίστηκε ο λοχαγός Κένταυρος Ηρακλής.

iii) Όσον αφορά την περίοδο από το τέλος της εκστρατείας προς την Άγκυρα μέχρι την ημέρα της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης, υπεύθυνος τοποθετήθηκε ο λοχαγός Μανωλίδης Α.

Με την συγκεκριμένη εντολή ο πρόεδρος ενημέρωσε τα μέλη ότι ως καταληκτική ημερομηνία ολοκλήρωσης και παράδοσης των επιμέρους τμημάτων ορίστηκε η 1η Αυγούστου του ιδίου έτους. Η διαταγή 3941/29-11-1931 της Στρατιωτικής Διοίκησης Αρχιπελάγους κοινοποιήθηκε στα μέλη της επιτροπής καθορίζοντάς τους το πλαίσιο και το πνεύμα της υλοποίησης του έργου που τους ανατέθηκε.

Κύρια πηγή του παρόντος κειμένου είναι αδημοσίευτο δακτυλογραφημένο και χειρόγραφο υλικό της επιτροπής, συμπεριλαμβανομένων κάποιων διορθώσεων του προέδρου πάνω στο αρχικό σχέδιο, έγγραφο του ιδίου προς την Στρατιωτική Διοίκηση Αρχιπελάγους σχετικά με την αντικατάσταση του λοχαγού Κένταυρου Ηρακλή από μέλος της επιτροπής, καθώς επίσης και η διαταγή που εκδόθηκε από την Στρατιωτική Διοίκηση Αρχιπελάγους/Επιτροπή Ανασυντάξεως Ιστορίας 22ου Συντάγματος στην οποία καταγράφονται λεπτομέρειες της διαδικασίας. Μέσα από τα ανωτέρω έγγραφα αναδύονται πτυχές της συγκρότησης, της μετακίνησης και της δράσης του 4ου – ακολούθως 22ου – Συντάγματος Αρχιπελάγους στο Μακεδονικό Μέτωπο στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας και συγκεκριμένα στον Τομέα Φλώρινας – Μοναστηρίου, από το φθινόπωρο του 1916 και μετέπειτα, όπως αυτές καταγράφηκαν από την επιτροπή το έτος 1932. Για καθαρά ιστορικούς λόγους ακολουθήθηκε η χρήση των παλαιοτέρων ονοματοθεσιών γιατί με αυτή την ορολογία συναντήθηκαν στη διαθέσιμη πηγή, από όπου και αντλήθηκαν, καθώς επίσης και γιατί κάποιες από αυτές δεν συνέχισαν να χρησιμοποιούνται αφού, εκτός των άλλων, αναφέρονταν σε μικρής χρηστικής εμβέλειας τοπωνυμικούς προορισμούς της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Για τον λόγο αυτό, παράλληλα, έγινε προσπάθεια να συμπληρωθεί και να γίνει γνωστή η νεώτερη ονοματοθεσία.

Σύμφωνα με το “ημερολόγιο” των συντακτών που είχε τον τίτλο:

ΜΕΡΟΣ Α΄, ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΜΕΤΩΠΟΝ, Περίοδος 1η – «Συγκρότησις του Συν/τος και μετάβασις εις τον Τομέα Μοναστηρίου. Οκτώβριος 1916 -Οκτώβριος 1917»

πληροφορούμαστε τα ακόλουθα.

Αμέσως μετά την εκδήλωση του Εθνικού κινήματος εν Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο του 1916, η Μεραρχία Αρχιπελάγους η οποία συγκροτήθηκε με την επιστράτευση των Νήσων Αρχιπελάγους ουσιαστικά αποτέλεσε μία από τις Μεραρχίες του Σώματος Στρατού Εθνικής Αμύνης. Μάλιστα για την συγκρότησή της δόθηκε διαταγή να μετακινηθούν από τη Θεσσαλονίκη και να εγκατασταθούν στην έδρα της στη Μυτιλήνη, όπως αυτή είχε ήδη οριστεί, πλειάδα αξιωματικών με επικεφαλής τον συνταγματάρχη του Μηχανικού, Ιωάννου Δημήτριο. Η ολοκλήρωση της μετάβασης της επιτελικής αυτής διοίκησης στην έδρα της, πραγματοποιήθηκε τον μήνα Οκτώβριο του 1916.

Η εν λόγω Μεραρχία Αρχιπελάγους αποτελούνταν από τρία Συντάγματα, το 7ο, το 8ο και το 9ο τα οποία στη συνέχεια μετονομάστηκαν αντίστοιχα σε 4ο, 5ο και 6ο Σύνταγμα. Αναφορικά με τα δύο πρώτα Συντάγματα αυτά είχαν έδρα τη Μυτιλήνη, ενώ το 6ο την Σάμο. Εκτός των ανωτέρω η Λήμνος ορίστηκε και ως έδρα ενός Τάγματος του 5ου Συντάγματος.

Το 4ο Σύνταγμα, λοιπόν, διοικούνταν από τον ταγματάρχη πεζικού, Μανέτα Κωνσταντίνο. Για δε την υποβοήθηση του έργου του μετακινήθηκαν μαζί του δώδεκα μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί καθώς επίσης και οι πρώτοι εξήντα οπλίτες, όλοι προερχόμενοι από το στρατόπεδο Τούμπας στην Θεσσαλονίκη. Αυτοί αποτέλεσαν και την βασική επιτελική δομή του Συντάγματος η οποία αφίχθη στη Μυτιλήνη στις 5 Οκτωβρίου του 1916.

Παράλληλα με διάταγμα της Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης παρουσιάστηκαν στις 8 Οκτωβρίου του ιδίου έτους και επάνδρωσαν το 1ο και το 2ο Τάγμα του, έφεδροι των κλάσεων 1915 και 1916. Επιπλέον πραγματοποιήθηκε επιλεκτική πρόσκληση εφέδρων υπαξιωματικών ειδικά για την συμπλήρωση της διοίκησης των Ταγμάτων με κατώτερα στελέχη. Σε αυτούς προστέθηκε, στις αρχές Ιανουαρίου 1917, αριθμός δεκανέων μετά την αποφοίτησή τους «εκ του Ουλαμού της Μεραρχίας». Όμως η τελική δύναμη του Συντάγματος συμπληρώθηκε λίγους μήνες αργότερα με νέα διαταγή της Προσωρινής Κυβερνήσεως Θεσσαλονίκης και ημερομηνία 1 Απριλίου 1917. Με αυτήν κλήθηκαν έφεδροι των κλάσεων 1907-1914 προκριμένου να επανδρώσουν τις κενές θέσεις της μονάδας. Την ίδια περίοδο «συνεπληρώθησαν και τα κτήνη του Συντάγματος».

Για τα ανωτέρω ο επικεφαλής και πρόεδρος της επιτροπής ταγματάρχης Σκαναβής Οδυσσεύς αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Χάρις εις τον πατριωτισμόν και την ευγενή άμιλλαν των αξιωματικών των αποτελούντων τα στελέχη του Συντάγματος εδημιουργήθη εντός τριών μηνών Σύνταγμα τελείως αξιόμαχον».

Οι στρατιωτικές εξελίξεις στη Δυτική Μακεδονία την περίοδο αυτή δεν παρείχαν χρόνο στη νεοσυσταθείσα μονάδα να προβεί σε εξειδικευμένη επιχειρησιακή προπαρασκευή και προετοιμασία. Άμεσα με την ολοκλήρωση της σύνθεσής του το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους δεν παρέμεινε στην έδρα του. Μετά από πορεία προς τον Όρμο Λουτρών του κόλπου Γέρας στη Μυτιλήνη, επιβιβάστηκε στις 16 Απριλίου, σε ατμόπλοια με προορισμό τη Θεσσαλονίκη. Ας σημειωθεί ότι για την ασφαλή του μετακίνηση, τα ατμόπλοια συνοδεύονταν από συμμαχικά αντιτορπιλικά «προς πρόληψιν πάσης εξ εχθρικών υποβρυχίων προσβολής».

Με την άφιξή του στην συμπρωτεύουσα το Σύνταγμα στρατοπέδευσε στην περιοχή της Τούμπας έξω από την πόλη της Θεσσαλονίκης, κατά το δεύτερο δεκαήμερο του ιδίου μηνός. Εκεί κατά την παραμονή του συμπλήρωσε τον οπλισμό του και κάθε είδους ανάγκη σε εφόδια.

Η τελετή παράδοσης της Σημαίας στο Σύνταγμα πραγματοποιήθηκε με όλες τις τιμές στη διάρκεια επίσημης εκδήλωσης το πρωί της 23ης Απριλίου 1917, ημέρα εορτής του Αγίου Γεωργίου, «εν τω πεδίω του Άρεως Θεσ/νίκης», από όπου «ήρξατο κινούμενον προς την ζώνην των επιχειρήσεων», που δεν ήταν άλλη από το μέτωπο άμυνας που συντηρούσε γαλλική στρατιωτική δύναμη στην Δυτική Μακεδονία στην περιοχή Φλώρινας – Μοναστηρίου.

Από τη διαθέσιμη πηγή πληροφορούμαστε ότι παρότι ήταν άνοιξη, εν τούτοις επικρατούσε ασυνήθιστα υψηλή, για την εποχή, θερμοκρασία στην περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας, που παραλληλίστηκε με συνθήκες καύσωνα και γι’ αυτόν τον λόγο η ημερήσια πορεία του Συντάγματος δεν ξεπερνούσε τα δεκαπέντε χιλιόμετρα. Ένας δεύτερος λόγος του περιορισμού της καθημερινής μετακίνησης ήταν η μη εξοικείωση του στρατεύματος με τον βαρύ ατομικό στρατιωτικό εξοπλισμό και τις «απαιτήσεις του νεώτερου πολέμου (προσωπίς, κράνος κ.λ.π.)». Το γεγονός αυτό δυσχέραινε την ομαλή διεξαγωγή της πεζοπορίας και δημιούργησε ασφαλώς μικρά ή και μεγαλύτερα προβλήματα στους οπλίτες και κατ’ επέκταση στη συνοχή της φάλαγγας.

Κατά την πορεία του προς την Φλώρινα πραγματοποίησε στάση με παράλληλη εγκατάσταση για διανυκτέρευση σε καταυλισμό στις παρακάτω περιοχές. Στις 23 Απριλίου 1917, λοιπόν, αφίχθη και διανυκτέρευσε στο Σαμλί [1], στις 24 Απριλίου στο Τοψίν [2], και στις 25 στο Πλατύ [3]. Στη συνέχεια την επομένη, 26 του μηνός, έκανε στάση στον Γιδά [4], ενώ στις 27 στρατοπέδευσε στο Μικρογούζι [5]. Στη θέση αυτή παρέμεινε τρεις μέρες για ανάπαυση.

Όμως οι επιτελικές διαταγές δεν άφηναν χρονικά περιθώρια για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα που θα καθυστερούσε την ολοκλήρωση της προγραμματισμένης μετακίνησής του προς την ζώνη των επιχειρήσεων και την Γραμμή των Καταφυγίων στο Μακεδονικό Μέτωπο. Έτσι στις 30 Απριλίου 1917 αναχώρησε από το Μικρογούζι με προορισμό τον σιδηροδρομικό σταθμό της Νάουσας και την επομένη 1η Μαΐου από τον προαναφερθέντα σταθμό προς το Βερτικόπ [6]. Θεωρείται στρατηγικής σημασίας η άφιξή του εκεί γιατί στη θέση αυτή ενώθηκε με τα υπόλοιπα τμήματα της Μεραρχίας που είχαν φτάσει στον οικισμό μέσω της οδού Γιαννιτσών.

Μετά από διήμερη παραμονή στο Βερτικόπ, προφανώς για ανάπαυση και παράλληλες ενέργειες με σκοπό την διοικητική συνοχή της μονάδας μετά την συνένωση των δυνάμεων της Μεραρχίας, αποφασίστηκε και πραγματοποιήθηκε η μετακίνησή του προς το Βλάντοβο [7]. Στη θέση αυτή στρατοπέδευσε στις 4 Μαΐου. Την επομένη αφίχθη στο Όστροβον [8]όπου και παρέμεινε για λίγες μέρες, συγκεκριμένα μέχρι το πρωί της 8ης Μαΐου, όταν συνέχισε την πορεία του προς την Μπάνιτσαν [9].

Με αυτόν τον ρυθμό πορείας στις 9 Μαΐου έφτασε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Φλώρινας, ο οποίος την περίοδο εκείνη βρισκόταν λίγο έξω από την πόλη, στη σημερινή θέση του οικισμού Μεσονήσι. Η πορεία του ολοκληρώθηκε την επόμενη μέρα με την άφιξή του στην Καμπασνίτσαν [10] σε μικρή απόσταση βόρεια της πόλης της Φλώρινας. Εκεί είχε οριστεί η έδρα του Συντάγματος και κατ’ επέκταση η έδρα της Αιγαιοπελαγίτικης Μεραρχίας.

Στην πεδιάδα της Φλώρινας έδρευε ομάδα Μεραρχιών με σημαντική δύναμη ανδρών υπό τις διαταγές του στρατηγού Pol Fransoa Groseti. Γεγονός ήταν πως η συγκέντρωση υψηλού επιπέδου, ποιοτικής αλλά και ποσοτικής, αξιόμαχης δύναμης στρατεύματος της Entente στην έδρα του 4ου Συντάγματος Αρχιπελάγους, καταδείκνυε την στρατηγική σημασία της περιοχής Φλώρινας – Μοναστηρίου κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων του 1917, στην πτέρυγα αυτή του Μακεδονικού Μετώπου. Πράγματι με την ένταξη των μονάδων της Μεραρχίας Αρχιπελάγους στην συμμαχική ομάδα Μεραρχιών, δόθηκε διαταγή για συγκέντρωσή τους στην πεδιάδα της Φλώρινας όπου στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε επιθεώρηση του συνόλου των στρατευμάτων από τον στρατηγό Groseti. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αιγαιοπελαγίτικη Μεραρχία “έκλεψε την παράσταση” αφού παρείχε άριστες εντυπώσεις στους επιτελικούς αλλά και ιδιαιτέρως στον ίδιο τον στρατηγό ο οποίος αναφέρθηκε ενθουσιασμένος στην συγκρότηση, στην συνοχή, στο παράστημα καθώς επίσης και στην εμφάνισή της, όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στη διαθέσιμη πηγή.

Η είσοδος του 4ου Συντάγματος στη γραμμή πυρός πραγματοποιήθηκε, τρεις μόλις μέρες μετά την άφιξή του, με την σταδιακή εγκατάσταση τμημάτων του, συγκεκριμένα Ταγμάτων, αρχικά από την 3η αμυντική γραμμή προς την 1η αμυντική γραμμή. Η Γραμμή των Καταφυγίων, όπως χαρακτηριζόταν η 3η αμυντική γραμμή, είχε αναπτυχθεί πέντε χιλιόμετρα βόρεια της πόλης του Μοναστηρίου και ήταν επανδρωμένη με γαλλικά τμήματα. Ένα τμήμα, λοιπόν, της γαλλικής δύναμης, για την ακρίβεια ένα γαλλικό Τάγμα, που κατείχε θέσεις στην 3η αμυντική γραμμή αντικαταστάθηκε το απόγευμα της 13ης Μαΐου 1917 από το 2ο Τάγμα του 4ου Συντάγματος της Αιγαιοπελαγίτικης Μεραρχίας. Επικεφαλής της δύναμης ήταν ο ταγματάρχης, Ζωιτόπουλος Δημοσθένης. Θεωρήθηκε επιχειρησιακά ορθότερο από το επιτελείο να μην αντικατασταθεί το σύνολο της γαλλικής δύναμης άμεσα, αλλά να παραμείνει ένα τμήμα της παράλληλα με την ελληνική για δύο σημαντικούς λόγους. Πρώτον για να γίνει ομαλότερα και ασφαλέστερα η εξοικείωση του 2ου Τάγματος με τις νεοεμφανισθείσες συνθήκες του μετώπου του πολέμου στα χαρακώματα-είναι γνωστό ότι ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος χαρακτηρίστηκε πόλεμος των χαρακωμάτων-και κατά δεύτερον γιατί οι Λόχοι του Συντάγματος ανέμεναν συμπληρωματικό εξοπλισμό σε οπλοπολυβόλα και πολυβόλα.

Το 2ο Τάγμα παρέμεινε στη Γραμμή των Καταφυγίων δεκαπέντε μέρες για να προωθηθεί στη συνέχεια να επανδρώσει τις θέσεις της 2ης και της 1ης αμυντικής γραμμής ταυτόχρονα. Έτσι την 3η αμυντική γραμμή ανέλαβε το 1ο Τάγμα του 4ου Συντάγματος της Αιγαιοπελαγίτικης Μεραρχίας. Ακολούθως μετά την πάροδο δεκαπέντε ημερών το 2ο Τάγμα επέστρεψε στην έδρα του Συντάγματος, στην Καμπασνίτσαν Φλώρινας, αφού το 1ο Τάγμα ανέλαβε τις θέσεις της 2ης και της 1ης αμυντικής γραμμής ενώ στο 3ο Τάγμα δόθηκε η διαταγή να επανδρώσει την Γραμμή των Καταφυγίων, την 3η αμυντική γραμμή. Έτσι σύμφωνα με τον προγραμματισμό του επιτελείου παρέμεινε στη γραμμή πυρός για τριάντα μέρες πριν επιστρέψει για δεκαπενθήμερη ανάπαυση στα μετόπισθεν. Από τα μέσα Ιουνίου 1917, λοιπόν, ο συγκεκριμένος υποτομέας των θέσεων της ελληνικής πλευράς ήταν πλήρως επανδρωμένος αποκλειστικά από τα δύο Τάγματα του 4ου Συντάγματος Αρχιπελάγους κάτω από τις διαταγές Γάλλου συνταγματάρχη. Κατά την διάρκεια της παραμονής του στο θέατρο των επιχειρήσεων η κατάσταση ήταν τεταμένη δεδομένου ότι η δραστηριότητα του Πυροβολικού των αντιπάλων ήταν συνεχής.

Το Σύνταγμα εξοπλίστηκε τον μήνα Ιούνιο με πολυβόλα, όταν προστέθηκαν στη δύναμή του δύο Ουλαμοί Πολυβόλων. Συνολικά επρόκειτο για οκτώ πολυβόλα ο χειρισμός των οποίων είχε ανατεθεί σε ειδικό προσωπικό που αποσπάστηκε στο Σύνταγμα λίγο πριν την αναχώρησή του από τη Μυτιλήνη. Οι εν λόγω χειριστές εκπαιδεύτηκαν στη Θεσσαλονίκη.

Η δραστηριότητα των δυνάμεων, της Entente έναντι των Γερμανών, αναπτύχθηκε με την επιχειρησιακή υποστήριξη του πυροβολικού και της αεροπορίας. Εκείνο όμως που τονίστηκε από τα επιτελικά στελέχη τηςEntente και στο οποίο ασφαλώς δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα, ήταν η συμπλήρωση και ενίσχυση της οργάνωσης του αμυντικού τομέα με την εκσκαφή νέων χαρακωμάτων, έργο στο οποίο συμμετείχαν ενεργά Έλληνες οπλίτες της Αιγαιοπελαγίτικης Μεραρχίας.

Το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους παρέμεινε στο Μακεδονικό Μέτωπο στην περιοχή Φλώρινας – Μοναστηρίου μέχρι τον Αύγουστο του 1917 όταν έλαβε νέα διαταγή. Του ανατέθηκε η μετακίνησή του δυτικότερα, στον Υποτομέα Νιζοπόλεως [11]. Προς επάνδρωση των προηγούμενων θέσεών του αφίχθη το 5ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους. Η αποστολή του στον Υποτομέα Νιζοπόλεως ήταν να αντικαταστήσει τμήματα του γαλλικού στρατού που είχαν ανάγκη ξεκούρασης στα μετόπισθεν. Σύμφωνα με τη διαθέσιμη πηγή η συγκεκριμένη γαλλική δύναμη είχε στη σύνθεσή της στρατιώτες από το Τάγμα Ζουάβων και τη Λεγεώνα των Ξένων. Σε ό,τι αφορά τον σταθμό Διοίκησης του Συντάγματος, αυτός είχε εγκατασταθεί σε χαράδρες στην ορεινή περιοχή του Brusnik δυτικά του Μοναστηρίου.

Επιχειρησιακά, λοιπόν, το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους συνέχισε τον αγώνα των χαρακωμάτων στη νέα του θέση, έναν αγώνα στον οποίο είχε εξοικειωθεί στον Υποτομέα Φλώρινας – Μοναστηρίου. Εκτός αυτού, όμως, ανέπτυξε και άλλες δραστηριότητες, όπως η νυχτερινή αναγνώριση με σκοπό την αρπαγή αιχμαλώτων. Μάλιστα αναφορές σημειώνουν ότι οι Έλληνες στρατιώτες, παρά την μικρή τους εμπειρία, έδειξαν τόλμη και επιδεξιότητα εφάμιλλη των εμπειροτέρων Γάλλων στρατιωτών. Μεταξύ άλλων, μετά από διαταγή που του δόθηκε από την Ανωτέρα Γαλλική Διοίκηση, πραγματοποίησε επιχείρηση εναντίον προκεχωρημένου φυλακίου του αντιπάλου που δημιουργούσε προβλήματα στην μετακίνηση των συμμαχικών δυνάμεων και μετέδιδε πληροφορίες για τις κινήσεις των. Συγκεκριμένα η εχθρική αυτή δύναμη καθημερινά πριν την ανατολή εγκατέλειπε τη θέση που διατηρούσε σε όλη τη διάρκεια της νύχτας και επέστρεφε στην κύρια γραμμή αντίστασής της έως το απόγευμα της ίδιας μέρας οπότε ανακαταλάμβανε τις προκεχωρημένες θέσεις του.

Με επιτυχία στέφθηκε και μία άλλη αποστολή της ελληνικής δύναμης. Απόσπασμα του 5ου Λόχου του Συντάγματος με την υποστήριξη ελληνικής και γαλλικής Πολ/χίας κατέλαβε σε νυχτερινή επιχείρηση προκεχωρημένες θέσεις των αντιπάλων. Μετά τη διάλυση της υποδομής των θέσεων του εχθρού επέστρεψε με οπλισμό, τηλεγραφικό υλικό και άλλα είδη που εγκατέλειψαν οι Βούλγαροι στρατιώτες που τις είχαν επανδρώσει.

Η Μεραρχία Αρχιπελάγους αποφασίστηκε να μετακινηθεί στις 20 Οκτωβρίου 1917 από τον Τομέα Φλώρινας-Μοναστηρίου στον Τομέα Σκρα, ολοκληρώνοντας τον πρώτο κύκλο συμμετοχής της σε στρατιωτικές επιχειρήσεις και αποκομίζοντας απαραίτητη πολύτιμη εμπειρία για την συνέχεια. Η μεταφορά της πραγματοποιήθηκε με αμαξοστοιχία, σε αντίθεση με την αρχική πορεία εισόδου της στο Μέτωπο. Μετά την επιβίβασή της στον σιδηροδρομικό σταθμό της Φλώρινας αφίχθη στον αντίστοιχο του Καρασουλίου [12]. Από εκεί με πεζή πορεία κατευθύνθηκε προς την Μποέμιτσα [13] όπου διέμεινε σε καταυλισμό μέχρι τις 30 του ιδίου μηνός. Είχε λάβει  διαταγή επάνδρωσης του Υποτομέα Λουμνίτσης [14] στον οποίο έφτασε μετά από νυχτερινές πορείες. Επρόκειτο για μία αυξημένου κινδύνου περιοχή, από άποψης ασφάλειας, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι θέσεις προς επάνδρωση βρίσκονταν απέναντι από τον υπό των εχθρικών δυνάμεων κατεχόμενο λόφο του Σκρα και για τον λόγο αυτό τα μέτρα προφύλαξης κατά τη μετακίνησή της ήταν προσαρμοσμένα. Στη νέα αυτή θέση το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους αντικατέστησε ένα Τάγμα του 3ου Συντάγματος Σερρών [15] και τμήματα ενός Γαλλικού Συντάγματος. Στη μάχη του Σκραπου ακολούθησε τον Μάιο του 1918 αποτέλεσε τον βασικό κορμό της ελληνικής δύναμης με επιτυχία, τόσο στις επιθετικές όσο και στις αμυντικές επιχειρήσεις.

——

[1] Το Σαμλί ή Σαμλή ήταν μικρό τσιφλίκι στην περιοχή ανατολικά της Αγχιάλου.

[2] Τοψίν, ονομασία του οικισμού της Κάτω Γέφυρας του νομού Θεσσαλονίκης. Δεν είχαν περάσει πέντε χρόνια όταν στις 26 Οκτωβρίου 1912 σε κτίριο του οικισμού όπου ήταν εγκατεστημένο το Στρατηγείο του Ελληνικού Στρατού πραγματοποιήθηκαν οι διαπραγματεύσεις για την άνευ όρων Συνθήκη Παράδοσης της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους στους Έλληνες.

[3] Το Πλατύ αποτελούσε συνοικισμό του Γιδά (της μετέπειτα Αλεξάνδρειας) και αρχικά κατοικούνταν από υπαλλήλους του σιδηροδρομικού σταθμού που υπήρχε στη θέση εκείνη. Αργότερα, το 1925, πραγματοποιήθηκε εγκατάσταση προσφύγων από την Καππαδοκία της Μικράς Ασίας.

[4] Οικισμός του νομού Ημαθίας, μετά το 1951 πήρε την ονομασία Αλεξάνδρεια.

[5] Το Μικρογούζι, στο νομό Ημαθίας. Από το 1930 και μετά ονομάστηκε Μακροχώρι.

[6] Το Βερτικόπ ήταν η Σκύδρα μέχρι το 1926.

[7] Βλάντοβο, ο σημερινός Άγρας του νομού Πέλλας.

[8] Πρόκειται για την Άρνισσα του νομού Πέλλας.

[9] Προηγούμενη ονομασία του οικισμού της Βεύης του νομού Φλώρινας.

[10] Ο οικισμός της Πρώτης του νομού Φλώρινας .

[11] Η Νιζόπολη, οικισμός της περιφέρειας Μοναστηρίου.

[12] Πρόκειται για το Πολύκαστρο του νομού Κιλκίς.

[13] Είναι η Αξιούπολη του νομού Κιλκίς.

[14] Παλιά ονομασία του οικισμού Σκρα.

[15] Το συγκεκριμένο Τάγμα αναφέρεται και ως Τάγμα Καράσεβντα.

αναδημοσίευση: ΠΤΥΧΈΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ – ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΤ. ΠΑΛΑΙΟΠΟΥΛΟΥ. Ελληνική και Βαλκανική Ιστορία

φωτο: Βενιζέλος και Κουντουριώτης επιθεωρούν άγημα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους

Διαβάστε επίσης...
Shares

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Απαντήστε στην παρακάτω πράξη πριν υποβάλετε το σχόλιό σας *

Translate »