O Έφτος και οι γκάιντές του

Πριν λίγες ημέρες με κείμενό του στο ιστολόγιο florineanews.blogspot.gr o Δημήτρης Μεκάσης μας έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσουμε τον Έφτο, που έφτιαχνε γκάιντες και φλογέρες και έπαιζε με αυτές σε γάμους και σε ταβέρνες. Τότε ήταν που θυμήθηκα τις φωτογραφίες του γέρου με τη γκάιντα που είχα δει στο Ιστορικό Αρχείο του ΦΣΦΑ – συλλογή Γ. Θεοδοσίου. Ήταν ο Έφτος. Τις αναζήτησα και τις βρήκα. Ο Έφτος ηχογραφεί την μουσική της γκάιντάς του στον “Αριστοτέλη”, στις 3 Ιανουαρίου του 1961. Δίπλα του (αριστερά) ο τότε Δήμαρχος Φλώρινας Γεώργιος Θεοδοσίου ο οποίος  φαίνεται ότι είχε την επιμέλεια της καταγραφής. Το επόμενο βήμα και η έκπληξη φυσικά θα είναι να ανακαλύψουμε και την μαγνητοταινία της “ιστορικής” εκείνης ηχογράφησης. Μέχρι τότε αρκεστείτε στην φυσιογνωμία του Έφτου και στο κείμενο του Δημήτρη Μεκάση το οποίο και αναδημοσιεύουμε.

Σπύρος Χρ. Παπαχαρίσης

Ο Έφτος και οι γκάιντές του

Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης

Ο Ευθύμιος Χρήστου ή πιο γνωστός με το όνομα Έφτος ήταν ο τελευταίος που έφτιαχνε γκάιντες στην Φλώρινα. Καταγόταν από το χωριό Τριπόταμος και ήρθε στην Φλώρινα στις αρχές της δεκαετίας του 1920, όπου παντρεύτηκε και κατοίκησε στο Πάνω Τσιφλίκι. Όλη του την ζωή την πέρασε φτιάχνοντας γκάιντες και φλογέρες και παίζοντας στους γάμους και στις ταβέρνες. Έμενε σε ένα μικρό φτωχικό σπίτι – εργαστήριο, όπου με τον ποδοκίνητο τόρνο του, έφτιαχνε τα πνευστά μουσικά όργανα. Τον ασκό της γκάιντας τον έφτιαχνε από τομάρι αρνιού, και την φλογέρα της γκάιντας από ξύλο και κέρατο. Το μπάσο της γκάιντας ή τα μπάσα όταν ήταν δυο, τα έφτιαχνε από πολλά κομμάτια ξύλου, που τα συναρμολογούσε και γινόταν σωλήνας.

Ο Έφτος έφτιαχνε και φλογέρες. Οι καλαμένιες φλογέρες ονομαζόταν «σουπέλκες» και τέτοιες έφτιαχνε αποκλειστικά για τους βοσκούς. Έφτιαχνε όμως και ξύλινες μεγάλες φλογέρες που τις ονόμαζαν «καβάλια». Αυτές τις έφτιαχνε στον τόρνο και τις έβαφε σε καφετί χρώμα. Καβάλια του ενός μέτρου έφτιαχνε για τους Σαρακατσάνους. Για τους ντόπιους χωρικούς έφτιαχνε μικρότερα καβάλια με 7 – 8 τρύπες. Μέχρι το 1970 περίπου, έφτιαχνε γκάιντες και φλογέρες με παραγγελία, αλλά έφτιαχνε και για τα μαγαζιά, που πουλούσαν κουδούνια και διάφορα άλλα είδη που είχαν σχέση με τις αγροτικές εργασίες.

Ο ίδιος έπαιζε γκάιντα στα ταβερνάκια και λαϊκά οινομαγειρεία της αγοράς. Όσοι γλεντούσαν με τις μελωδίες του, τον κερνούσαν τσίπουρο. Κερνούσαν πολλά τσίπουρα, αλλά ο Έφτος έπινε όσο έπρεπε, το υπόλοιπο τσίπουρο το άδειαζε στον ασκό της δεύτερης γκάιντας, που είχε μαζί του, και συνέχιζε να παίζει νηφάλιος. Και όταν η γκάιντα γέμιζε με τσίπουρο έφευγε για το σπίτι του. Αυτό ήταν το κέρδος του, από την πολύωρη παραμονή του στα ταβερνάκια φουσκώνοντας τον ασκό της γκάιντας για να βγάλει τις μελωδίες της.

Στο εργαστήριο του, απολάμβανε μόνος του το τσίπουρο κατασκευάζοντας φλογέρες και γκάιντες. Οι μεγάλες του αγάπες ήταν το τσίπουρο, η γκάιντα και η φλογέρα. Έτσι έζησε όλη του την ζωή. Ήταν και αυτός ένας γραφικός τύπος άλλων εποχών.

Διαβάστε επίσης...
Shares

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Translate »