Οι οίκοι ανοχής της Φλώρινας (1900 – 1940)

Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης |

Ο εξευγενισμένος λόγιος όρος «οίκος ανοχής» σημαίνει ότι και η αρχαία λέξη «πορνείο». Οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνται στην επίσημη ορολογία του αρχαιότερου επαγγέλματος. Στην τουρκοκρατία επικρατούσε η τούρκικη λέξη «κερχανάς», ενώ αργότερα επικράτησε η λέξη «μπουρδέλο».

Ο Κερχανάς

Τα τελευταία χρόνια της  τουρκοκρατίας, υπήρχε ένας και μοναδικός οίκος  ανοχής στην πόλη μας, ο κερχανάς, αλλά οι προφορικές μαρτυρίες για αυτόν είναι ασαφείς. Βρισκόταν κοντά στην περιοχή του σημερινού Σιδηροδρομικού Σταθμού, και εξυπηρετούσε τους τούρκους στρατιώτες. Αυτός ήταν ο λόγος που ο κερχανάς βρισκόταν στην ανατολική μεριά της πόλης, και κοντά στο  στρατόπεδο. Στον κερχανά εργάζονταν οι «οροσπίες», που σημαίνει πόρνες στην τουρκική γλώσσα. Αυτές εργάζονταν υπό την επίβλεψη και προστασία των «μπεζεβέγκηδων», δηλαδή των πορνοβοσκών. Οι οροσπίες κάθε βράδυ περίμεναν τους τούρκους στρατιώτες, για να τους αδειάσουν τις τσέπες προσφέροντας εμπορικό έρωτα, και στη συνέχεια τα χρήματα κατέληγαν στους μπεζεβέγκηδες, οι οποίοι ρύθμιζαν τα πάντα μέσα στο πορνείο. Οι τούρκοι στρατιώτες ήταν όλοι Κονιάρηδες, από τα βάθη της Ανατολής, και υπηρετούσαν την θητεία τους στα μέρη μας. Η θητεία αυτή κρατούσε μέχρι δέκα χρόνια, και όλο αυτό το διάστημα δεν πήγαιναν στα σπίτια τους, ούτε και παντρεύονταν. Επομένως το πορνείο ήταν μια διέξοδος για όλους τους Κονιάρηδες στρατιώτες.

Η ύπαρξη του κερχανά άφηνε αδιάφορους τους τούρκους της πόλης μας και σπάνια επισκέπτονταν αυτόν, επειδή ήταν μουσουλμάνοι με πολλές συζύγους. Όσο για τον χριστιανικό πληθυσμό της πόλης, τότε όλοι ήταν συντηρητικοί, αγνοί και προσηλωμένοι στην εκκλησία και την οικογένεια. Η χριστιανική κοινότητα κρατούσε τα ήθη και τα έθιμα,  και τα μέλη της ελέγχονταν από τους άγραφους νόμους της  παράδοσης.

Παρόλα αυτά όμως ο κερχανάς ήταν γνωστός σε όλους, αλλά χωρίς να προσελκύει κανέναν. Αντίθετα τον έβλεπαν με περιφρόνηση, και μάλιστα η ίδια η λέξη «κερχανάς» θεωρούταν κακή λέξη, ενώ η λέξη «κερχανατζής», ήταν βρισιά, που σημαίνει πελάτης των πορνείων στη τουρκική γλώσσα.  Και όλα αυτά σε μια εποχή που δεν υπήρχαν αφροδίσια νοσήματα, και τα προβλήματα που δημιουργούν αυτά. Η περιφρόνηση του κερχανά στηριζόταν περισσότερο στην ηθική αντίληψη εκείνης της εποχής.

Μετά την απελευθέρωση και μέχρι τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, οι απόψεις για την πορνεία παρέμειναν σταθερές και αμετάβλητες για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού της πόλης μας. Όμως κατά την διάρκεια της Γαλλοκρατίας πολλά άλλαξαν και κυρίως άλλαξαν οι νεαροί οι οποίοι δέχτηκαν τα πρώτα μηνύματα της ελεύθερης ζωής από τον απόηχο της Μπελ Επόκ.

Τα  μπουρδέλα

Το καλοκαίρι του 1916 έφτασαν τα γαλλικά στρατεύματα και αργότερα αρκετοί Ρώσοι στρατιώτες. Μετά τις πρώτες μάχες και αφού καθάρισαν την περιοχή και το μέτωπο του πολέμου μεταφέρθηκε πιο μακριά προς το Μοναστήρι, η ζωή στην πόλη μας ξαναβρήκε τον ρυθμό της.

Η γαλλική στρατιωτική διοίκηση φρόντισε να τακτοποιήσει σεξουαλικά το στράτευμα, φέρνοντας εισαγόμενες πόρνες από την χώρα τους και εγχώριες από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι πόρνες, εισαγόμενες και εγχώριες, κυκλοφορούσαν στα λασπωμένα και βρόμικα δρομάκια της πόλης μας, με ακριβά φανταχτερά και ελκυστικά ρούχα, ταράζοντας έτσι τα ήσυχα νερά της συντηρητικής και ήσυχης Φλωρινιώτικης κοινωνίας.

Την περίοδο αυτή λειτούργησαν πέντε πορνεία για στρατιώτες και ένα πορνείο πολυτελείας για αξιωματικούς. Το μπουρδέλο πολυτελείας ή «Πανσιόν» όπως το έλεγαν, βρισκόταν στους πρόποδες του βουνού, κοντά στην σημερινή Δημοτική Αγορά επί της σημερινής οδού Σπηλιάδου. Τα κορίτσια, τα έπιπλα και η διακόσμηση  ήταν ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Κοντά σε αυτό, στον ίδιο δρόμο υπήρχε άλλο ένα απλό  μπουρδέλο. Κοντά στον σημερινό πεζόδρομο υπήρχε ένα ακόμη σπίτι για τους στρατιώτες. Ήταν στην οδό Αρχ. Παπαθανασίου μεταξύ των οδών Ν. Χάσου και Στ. Δραγούμη καθώς και άλλο ένα πορνείο στην γειτονιά Τσουκαλάδικα. Στον Κύκλο υπήρχε ένα πορνείο, στην γωνία επί της οδού Ι. Αρτη, που διατηρήθηκε και μετά τον πόλεμο. Και ένα μπουρδέλο υπήρχε σε μια ερημική  τοποθεσία στο δρόμο προς το χωριό Σκοπιά, για φυσιολάτρες και ρομαντικούς στρατιώτες.

Πολλοί ισχυρίζονται ότι δεν υπήρχαν αφροδίσια νοσήματα στην περιοχή μας, πριν τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο, και ότι η σύφιλη και η βλεννόρροια μεταδόθηκαν από τους Γάλλους και Σενεγαλέζους στρατιώτες. Τότε εμφανίστηκαν και τα προφυλακτικά στην πόλη μας, όχι όμως με σκοπό την αντισύλληψη, αλλά για την μείωση της μετάδοσης των αφροδισιακών νοσημάτων.  Η αντισύλληψη μέχρι τότε γινόταν με πρακτικούς τρόπους.

Αυτήν την περίοδο πέρασε στο Φλωρινιώτικο λεξιλόγιο η λέξη «μπουρδέλο» η οποία αντικατέστησε την λέξη «κερχανάς». Τότε λοιπόν αρκετοί νεαροί άρχισαν να επισκέπτονται τα μπουρδέλα και να περνούν κάποιες ευχάριστες στιγμές με τα κορίτσια του. Οι πρώτοι αυτοί επισκέπτες χαρακτηρίζονταν ως «κερχανατζήδες», κακός χαρακτηρισμός σε μια κοινωνία που ακόμη δεν μπορούσε να δεχτεί το αρχαιότερο επάγγελμα.

Τα καφέ  σαντάν

Στην πόλη μας λειτουργούσε ένα «καφέ αμάν», στην οδό Αβέρωφ, στο ύψος της οδού Ναούσης, από τις αρχές του 20ου αιώνα. Οι περισσότεροι όμως το θυμούνται ως «καφέ σαντάν», επειδή κατά την διάρκεια του Α΄ παγκοσμίου πολέμου είχε μετατραπεί σε καφέ σαντάν.

Το καφέ αμάν ήταν κέντρο διασκεδάσεως, με χορεύτριες που χόρευαν το χορό της κοιλιάς και τραγουδίστριες που τραγουδούσαν συνοδευόμενες από μια τούρκικη λαϊκή ορχήστρα.

Η ατμόσφαιρα μέσα ήταν αποπνικτική από τους καπνούς των ναργιλέδων,  και τον μεγάλο αριθμό θαμώνων, που καθόταν σε μαξιλαράκια στο πάτωμα. Οι καφέδες, τα σερμπέτια και η μπόζα σερβίρονταν ελεύθερα, ενώ το τσίπουρο και το κρασί κρυφά επειδή το απαγόρευε η θρησκεία τους. Το καφέ αμάν βρισκόταν σε μια περιοχή με πολλούς καφενέδες στην ακροποταμιά, και όλες τις ώρες της ημέρας υπήρχαν «αραγμένοι» τούρκοι πίνοντας καφές και ρουφώντας ναργιλέ, αγναντεύοντας το ποτάμι και το βουνό.

Το βράδυ όμως, μόλις έκλειναν οι καφενέδες, άνοιγε το καφέ αμάν, και εκεί σύχναζαν οι πλούσιοι τούρκοι για να διασκεδάσουν με τις όμορφες γυναίκες του μαγαζιού. Στη συνέχεια κατέληγαν σε ένα σπίτι απέναντι από το καφέ αμάν για να συνεχίσουν την διασκέδασή τους ιδιωτικά.  Αυτό το σπίτι ήταν των κοριτσιών, και εκεί έμεναν όλες οι τραγουδίστριες και χορεύτριες που εργάζονταν για κάποιο χρονικό διάστημα στην πόλη μας.

Την περίοδο 1916 – 19  το καφέ αμάν έγινε  καφέ σαντάν με ευρωπαϊκές μελωδίες αλλά και αμανέδες, και εκεί διασκέδαζαν οι Γάλλοι στρατιώτες. Τότε άρχισαν να επισκέπτονται και οι Φλωρινιώτες το καφέ σαντάν   και πολλοί έγιναν μόνιμοι θαμώνες του.

Το 1922 κατεδαφίστηκε το κτίριο του καφέ σαντάν για να φαρδαίνει ο δρόμος. Το καφέ σαντάν όμως δεν έκλεισε. Μεταφέρθηκε κοντά στον Κύκλο, και στεγάστηκε στο ισόγειο ενός σπιτιού, όπου στον πρώτο όροφο λειτουργούσε ένα μπουρδέλο  που ξέμεινε από τον καιρό των Γάλλων.

Αυτή την περίοδο το καφέ σαντάν λειτουργούσε με μια μικρασιάτικη ορχήστρα που έπαιζε αμανέδες και άλλες μελωδίες. Τότε το καφέ σαντάν συνδέθηκε με το όνομα της τραγουδίστριας και χορεύτριας Πιπίτσας, ένα θηλυκό που ξετρέλανε όλον τον άρρενα πληθυσμό της πόλης μας, επειδή τραγουδούσε με πάθος και ξεγυμνώνονταν στο πάλκο. Η χαριτωμένη Πιπίτσα εμφανιζόταν άλλοτε με ανδρικά ρούχα και άλλοτε με γυναικεία, και χορεύοντας έριχνε πολλά από αυτά μέχρι να φανούν τα κάλλη της. Όλα αυτά ήταν πολύ προχωρημένα για εκείνη την εποχή, και τα νούμερά της έκαμναν τους θαμώνες να πίνουν πολύ κρασί για να συνέλθουν.

Η Πιπίτσα και οι άλλες χορεύτριες είχαν μετατρέψει το καφέ σαντάν σε καμπαρέ, αλλά λίγο πριν το 1930 η Πιπίτσα έφυγε και το καφέ σαντάν έκλεισε.

Η περίοδος του Μεσοπολέμου

Με την λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου η στρατιά της Ανατολής απεχώρησε, τα πορνεία έκλεισαν και τα κορίτσια γύρισαν στα μεγάλα αστικά κέντρα. Έμεινε όμως το μπουρδέλο στον Κύκλο, και ήταν το μοναδικό, επειδή ο κερχανάς είχε κλείσει πριν από πολλά χρόνια. Λίγο αργότερα στο ισόγειο του κτιρίου στεγάστηκε το καφέ σαντάν. Ο συνδυασμός καφέ σαντάν και πορνείου συγκέντρωνε μεγάλο αριθμό νεαρών κάθε βράδυ.

Τότε το ομορφότερο κορίτσι του μπουρδέλου ήταν κάποια Κική, που την θαύμαζαν όλοι οι νεαροί και όσοι δεν είχαν χρήματα να την επισκεφτούν τραγουδούσαν έξω στο δρόμο το τραγούδι: «Η Κική θέλει χορό / τα βιολιά δεν είναι εδώ / όποιος θέλει να την πάρει / με μια λίρα στην παλάμη». Αυτό το μπουρδέλο έκλεισε περίπου το 1930.

Αμέσως μετά λειτούργησε το μπουρδέλo της Μαντάμας Σταυρούλας σε ένα απόμερο μεγάλο σπίτι στη σημερινή οδό Γρεβενών. Το σπίτι αυτό ήταν μια μονοκατοικία πολυτελείας, με μεγάλη αυλή, και πάνω στο ύψωμα και κοντά στην Δημοτική Αγορά, σε σημείο κεντρικό και απόκεντρο, κατάλληλο για τέτοιες δουλειές. Η Μαντάμα Σταυρούλα πανέξυπνη επιχειρηματίας, κατόρθωσε να αυξήσει την πελατεία της, φέρνοντας νέα και ωραία κορίτσια, σε μια εποχή που η νεολαία είχε αστικοποιηθεί και είχε αποκτήσει νέες συνήθειες, και ο εμπορικός έρωτας είχε ανεπίσημα καθιερωθεί, απαραίτητος ώστε να αποκτήσουν σεξουαλική εμπειρία οι νεαροί πριν τον γάμο τους. Την περίοδο αυτή το πορνείο ζούσε την χρυσή του εποχή, που οι περισσότεροι το θεωρούσαν απαραίτητο, και ως μέσο σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, χωρίς όμως να υποστηρίζουν τις απόψεις τους δημόσια και φανερά.

Το 1932 το πορνείο της οδού Γρεβενών μεταφέρθηκε σε ένα απόμερο σπίτι της οδού Αφροδίτης, όπου η Μαντάμα Σταυρούλα και τα κορίτσια της, εργάστηκαν μερικά χρόνια, και το 1935 έχτισε το δικό της κτίριο κατάλληλα διαμορφωμένο για μπουρδέλο και ονομάστηκε «Έπαυλις Καλλιθέα». Στο ίδιο κτήριο πολύ αργότερα στεγάστηκε το Μπαρ Πεταλωτήριο. Ταυτόχρονα έγιναν «προαγωγές» στο παλιό μπουρδέλο και Μαντάμα σε αυτό έγινε η Μαρίκα μια γριά πόρνη. Έτσι μετά το 1935 υπήρχε το μπουρδέλο της Μαντάμας Μαρίκας μέτριας κατηγορίας, και το μπουρδέλο πολυτελείας η «Έπαυλις Καλλιθέα» της Μαντάμας Σταυρούλας. Και τα δυο μπουρδέλα ήταν στην οδό Αφροδίτης.

Αυτή την εποχή εμφανίστηκαν και οι Φλωρινιώτες «αγαπητικοί» ή «νταβατζήδες», που ήταν οι εραστές της Μαντάμας και έτρωγαν τα χρήματα της και δεν εργαζόταν ποτέ. Επίσης τα μπουρδέλα απέκτησαν και «υπηρέτριες» ή «τσατσάδες», που φρόντιζαν τα κορίτσια πλένοντας τα ρούχα τους, τα σεντόνια, άναβαν τις σόμπες κλπ.

Οι Μαντάμες παρόλο που ήταν ξένες είχαν εδραιωθεί στην πόλη μας και με τους ντόπιους αγαπητικούς τους περνούσαν θαυμάσια, δίχως να συμμετέχουν οι ίδιες στον εμπορικό έρωτα,  όπως τα κορίτσια που εκμεταλλεύονταν.

Στα μέσα της δεκαετίες του 1930 όμως τα μπουρδέλα είχαν γίνει πληγή για την πόλη μας, επειδή πολλά κορίτσια είχαν προσβληθεί από αφροδίσια νοσήματα. Με την επέμβαση των γυναικολόγων ιατρών και της χωροφυλακής έδιωξαν πολλά κορίτσια, και άρχισαν οι θεραπείες όλων όσων είχαν προσβληθεί από κάποιο νόσημα. Έτσι ο κίνδυνος εξάπλωσης των αφροδισίων περιορίστηκε και τα μπουρδέλα διατήρησαν την πελατεία τους.

Την ίδια εποχή όμως άρχισαν να δημιουργούνται προβλήματα στις ήσυχες  γειτονιές κοντά στην οδό Αφροδίτης, επειδή πολλοί νεαροί και στρατιώτες μερικά βράδια καυγάδιζαν  εξαιτίας της μέθης. Πολλές φορές οι φασαρίες σταματούσαν με την επέμβαση ολόκληρων διμοιριών του Φρουραρχείου Φλώρινας.

Παρόλα αυτά όμως υπήρχαν και ήσυχες βραδιές για όσους ήθελαν να γνωρίσουν τον έρωτα, έστω και εμπορικά. Και δεν ήταν λίγοι οι έφηβοι, που κατέληγαν στα πορνεία για την εμπειρία, την εμπειρία του έρωτα σε μια εποχή, που οι σχέσεις των νέων ήταν απαγορευμένες, τότε που οι κοπέλες δεν ξεμύτιζαν από το σπίτι, δίχως την επίβλεψη της μητέρας. Και όλα αυτά μέχρι την ημέρα του γάμου. Αντίθετα τα αγόρια ήταν ελεύθερα. Ρομαντική εποχή, όμορφη εποχή, που το μπουρδέλο είχε θέση στην κοινωνία, και ας κατακρίθηκε από πολλούς.

Δημήτρης Μεκάσης

Διαβάστε επίσης...
Shares

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Translate »