Το ραδιόφωνο στη Φλώρινα

Shares

Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης |

Μετά την λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου άρχισε να διαδίδεται η ραδιοφωνία στην Ευρώπη. Στην πόλη μας το ραδιόφωνο έκανε την εμφάνιση του στις αρχές της δεκαετίας του 1920, όταν ο Στέφανος Πατσούρης έφερε το πρώτο ραδιόφωνο από την Θεσσαλονίκη. Αυτό δεν ήταν φτιαγμένο από εργοστάσιο, αλλά ήταν συναρμολογημένα εξαρτήματα από άλλα ραδιόφωνα. Το ραδιόφωνο αυτό, ο Στέφανος Παστούρης, το είχε τοποθετήσει στον χώρο της δουλειάς του, ένα συνεργείο αυτοκινήτων κοντά στην κεντρική πλατεία. Πολλοί περίεργοι πέρασαν από το συνεργείο του για να δουν το πρώτο ραδιόφωνο και να ακούσουν μουσική και τραγούδια από τους ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς.

Διαφημιστική καταχώριση του 1930 στην τοπική εφημερίδα “Φωνή του Λαού”

Το πρώτο ραδιόφωνο μάρκας το έφερε κάποιος Αθηναίος υπάλληλος της Εθνικής Τραπέζης και ήταν μάρκας TELEFUNKEN με εννέα λυχνίες. Ο υπάλληλος αυτός όμως γρήγορα πήρε μετάθεση και το πούλησε στον παντοπώλη Σπύρο Μίχτη. Αργότερα, περίπου το 1925 το κατάστημα του Γεωργίου Παπαγεωργίου στην οδό Μητροπόλεως άρχισε να πουλά τα πρώτα ραδιόφωνα, που ήταν μάρκας PHILIPPS. Τότε όμως δεν υπήρχε κανένας ελληνικός ραδιοφωνικός σταθμός και τα πρώτα ραδιόφωνα έπιαναν τα αδύνατα και γεμάτα παράσιτα βραχέα κύματα των ραδιοφωνικών σταθμών του Βερολίνου και του Λονδίνου.

Τα ραδιόφωνα όμως ήταν πολύ ακριβά και λίγοι μπορούσαν να τα έχουν στο σπίτι τους. Υπήρχαν όμως δυο ραδιόφωνα, που λειτουργούσαν το βράδυ για το κοινό. Το ένα ήταν στο κατάστημα του Γ. Παπαγεωργίου και το άλλο στο κινηματογράφο ΠΑΝΘΕΟΝ. Τα ραδιόφωνα λειτουργούσαν μόνο το βράδυ, επειδή η μηχανή της Ηλεκτρικής Εταιρίας παρήγαγε ρεύμα μόνο για τον ηλεκτροφωτισμό της πόλης. Στο κατάστημα του Παπαγεωργίου μπορούσε κανείς να ακούσει τον ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου, ή τον «αγγλικό σταθμό» όπως έλεγαν, και εκεί συγκεντρώνονταν όσοι γνώριζαν λίγα αγγλικά, που είχαν μάθει, όταν ήταν μετανάστες στην Αμερική.

Έτσι σχηματίστηκε ένα αγγλόφιλο ραδιοφωνικό ακροατήριο, που κάθε βράδυ συγκεντρωνόταν στο κατάστημα, όπου άκουγαν τις ειδήσεις στα αγγλικά και τις μετέφραζαν, τις σχολίαζαν και συζητούσαν χαμηλόφωνα. Άκουγαν όμως και όλα τα μουσικά προγράμματα. Κοντά στους αγγλομαθείς Φλωρινιώτες, που τα προηγούμενα χρόνια ήταν μετανάστες στην Αμερική, συγκεντρώνονταν και άλλοι, που ρωτούσαν όσους γνώριζαν αγγλικά για ενημερωθούν από το αγγλικό ραδιόφωνο. Κάθε βράδυ το κατάστημα του Παπαγεωργίου γέμιζε, από τους μόνιμους και περαστικούς ακροατές του αγγλικού ραδιοφώνου.

Υπήρχε όμως και το γερμανόφιλο ραδιοφωνικό ακροατήριο, που συγκεντρωνόταν στον κινηματογράφο ΠΑΝΘΕΟΝ, στην αίθουσα του οποίου είχαν τοποθετήσει ένα ραδιόφωνο και έπιανε τον ραδιοφωνικό σταθμό του Βερολίνου, τον «γερμανικό σταθμό» όπως έλεγαν. Όποιος ήθελε να ακούσει τον «γερμανικό σταθμό» πλήρωνε εισιτήριο και έβλεπε και την κινηματογραφική ταινία.

Επειδή τότε ο κινηματογράφος ήταν βουβός, άκουγαν μουσική, τραγούδια και ειδήσεις από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Βερολίνου. Στο ΠΑΝΘΕΟΝ μαζεύονταν όσοι γνώριζαν γερμανικά, που τα είχαν μάθει είτε επειδή είχαν σπουδάσει στην Γερμανία ή είχαν διδαχτεί λίγα γερμανικά. Τις ειδήσεις τις μετάφραζε κάποιος, που γνώριζε καλά γερμανικά και τον άκουγαν όλοι με μεγάλη προσοχή. Οι ειδήσεις μεταδίδονταν γρήγορα σε όλη την πόλη, από τους φίλους του αγγλικού και του γερμανικού σταθμού, σε μια εποχή που δεν υπήρχαν ελληνικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί. Έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι της πόλης μας, χάρη στο ραδιόφωνο, ήταν ενημερωμένοι για την διεθνή επικαιρότητα από το βράδυ, καθώς οι μεγάλες εφημερίδες ερχόταν την άλλη ημέρα το απόγευμα.

Οι φίλοι του ραδιοφώνου χωρισμένοι σε δυο ομάδες, τους «αγγλόφιλους» και τους «γερμανόφιλους» συγκεντρώνονταν κάθε βράδυ στα δυο ραδιόφωνα της πόλης μας, που ήταν προσιτά σε όλους, μέχρι το 1928, που λειτούργησε άλλος ένας σταθμός, ο πρώτος ελληνικός ραδιοφωνικός σταθμός. Ήταν ο ιδιωτικός ραδιοφωνικός σταθμός του Χρίστου Τσιγγερίδη από την Θεσσαλονίκη, ο πρώτος ραδιοφωνικός σταθμός των Βαλκανίων. Το πρόγραμμά του, εκτός από ειδήσεις στα ελληνικά, μετέδιδε και όλες τις μουσικές επιτυχίες της εποχής τους. Ο σταθμός αυτός, παρόλο που δεν ακουγόταν πολύ καλά, έγινε πολύ αγαπητός σε όλους, επειδή το πρόγραμμά του περιλάμβανε κυρίως ελληνικά τραγούδια. Ήταν τα τραγούδια της νεολαίας σε μια εποχή που όποιος ήθελε να ακούσει ένα τραγούδι το τραγουδούσε ο ίδιος. Ο σταθμός του Τσιγγερίδη, εκτός από τα γνωστά τραγούδια, έκαμνε προγράμματα με καινούρια τραγούδια, πριν κυκλοφορήσουν τα τραγούδια αυτά σε πλάκες γραμμοφώνου στην επαρχία.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, οι ξένοι ραδιοφωνικοί σταθμοί έγιναν περισσότεροι. Εκτός από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Λονδίνου και του Βερολίνου, ακουγόταν της Μόσχας, της Ρώμης και άλλοι. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ραδιοσταθμούς μετέδιδαν κάθε βράδυ ολιγόλεπτα δελτία ειδήσεων στα ελληνικά. Όλοι όσοι είχαν ραδιόφωνα άκουγαν μόνο τους ξένους σταθμούς, επειδή ο ραδιοφωνικός σταθμός του Τσιγγερίδη είχε κλείσει, ενώ ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών άρχισε να λειτουργεί το 1938, ο οποίος όμως δεν ακουγόταν καλά στην πόλη μας. Στην δεκαετία του 1930, τρία ζαχαροπλαστεία: του Δημήτρη Γιάτα ή Σπουδαίου, των αδελφών Ζιούπα και του Ιωάννη Σιδέρη είχαν ραδιόφωνα, και εκεί συγκεντρώνονταν τα βράδια, όλοι όσοι ήθελαν να ακούσουν μουσική και τραγούδια από τους ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς.

Προπολεμικά εμπορευόταν ραδιόφωνα ο Γεώργιος Παπαγεωργίου, που ήταν αντιπρόσωπος της PHILIPPS, ο ταξιδιωτικός πράκτορας Μιχάλης Φίσκας, που ήταν αντιπρόσωπος της γερμανικής εταιρίας ραδιοφώνων TONFUNK, και ο Χρίστος Γούναρης, που πουλούσε διάφορες άλλες μάρκες ραδιοφώνων. Τα ραδιόφωνα όμως ήταν για λίγους, καθώς αυτά ήταν πολύ ακριβά. Το 1938 ένα ραδιόφωνο κόστιζε 12.000 δραχμές. Υπερβολικό ποσό, σε μια εποχή που το χρήμα δεν έβγαινε εύκολα. Προπολεμικά το ραδιόφωνο άξιζε μια περιούσια. Σε όλη την πόλη υπήρχαν είκοσι περίπου ραδιόφωνα, ενώ στα χωριά κανένα.

Ραδιόφωνα είχαν: ο Τραϊανός Μήρτσος Ιατρός, ο Νικόλαος Χάσος Ιατρός, ο Χρίστος Σιάκος Ιατρός, ο Κίμων Κοεμτζόπουλος ιδιοκτήτης της Ηλεκτρικής Εταιρίας, ο Δημήτρης Γιάτας (Σπουδαίος) στο Ζαχαροπλαστείο του, οι αδελφοί Ζιούπα στο Ζαχαροπλαστείο τους, ο Ιωάννης Σιδέρης στο Ζαχαροπλαστείο του, ο Κινηματογράφος ΠΑΝΘΕΟΝ, ο Σπύρος Μίχτης Παντοπώλης, ο Σταύρος Τουμπίδης Παντοπώλης, ο Γεώργιος Παπαγεωργίου, ο Μιχαήλ Φίσκας, ο Χρίστος Γούναρης, που ήταν αντιπρόσωποι εταιριών ραδιοφώνων, ο Στέφανος Πατσούρης, η Φανή Αϊδαλή – Σαπουντζή, η οποία εργαζόταν στην Όπερα του Βερολίνου και μερικοί άλλοι. Οι κάτοχοι ραδιοφώνων πλήρωναν φόρο για τα ραδιόφωνά τους, που ήταν δηλωμένα στο Ταχυδρομείο-Τηλεγραφείο-Τηλεφωνείο (ΤΤΤ).

Κατά την γερμανική Κατοχή, η γερμανική στρατιωτική διοίκηση κατάσχεσε όλα τα ραδιόφωνα από τους ιδιοκτήτες τους, επειδή ο ραδιοφωνικός σταθμός του Λονδίνου, το B.B.C. μετέδιδε κάθε βράδυ ειδήσεις στα ελληνικά, ενημέρωνε τους Έλληνες σε όλα τα θέματα που απέκρυπταν οι Γερμανοί, και τους προέτρεπε να αντισταθούν στα στρατεύματα κατοχής. Το μοναδικό ραδιόφωνο που δεν κατάσχεσαν ήταν του Δημάρχου Νικόλαου Χάσου, ένα μεγάλο έπιπλο – ραδιόφωνο μεγάλης εμβέλειας, αγορασμένο στο Βέλγιο. Από αυτό άκουγε ο Δήμαρχος κρυφά κάθε βράδυ τις ειδήσεις του B.B.C. και τις μετέφερε την άλλη ημέρα το πρωί στον Νομάρχη και τους υπαλλήλους. Ο Δήμαρχος Νικόλαος Χάσος πέθανε στην Κατοχή και την άλλη ημέρα το ραδιόφωνο κατασχέθηκε από τις γερμανικές αρχές. Παρόλο που οι Γερμανοί είχαν κατασχέσει όλα τα ραδιόφωνα, και η ποινή του θανάτου σε όποιον είχε ραδιόφωνο ήταν γνωστή, μερικοί είχαν κρυμμένα ραδιόφωνα και άκουγαν το B.B.C. για να ενημερώνουν όλους τους άλλους σε μια εποχή, που η πληροφόρηση ήταν μονόπλευρη και κατευθυνόμενη. Έτσι το ραδιόφωνο σε όλη την διάρκεια της γερμανικής Κατοχής ήταν στην υπηρεσία της Αντίστασης, ήταν το μέσον από το οποίο η κατεχόμενη Ελλάδα μάθαινε τις εξελίξεις των γεγονότων από τον συμμαχικό σταθμό του Λονδίνου.

Μετά το τέλος του πολέμου, το 1945, το κλιμάκιο της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, που έδρευε στην πόλη μας, τοποθέτησε μεγάλα μεγάφωνα στην πλατεία Ηρώων, στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου κοντά στο Ξενοδοχείο ΔΙΕΘΝΕΣ, στην πλατεία Ομονοίας και στην περιοχή του Σιδηροδρομικού Σταθμού. Τα μεγάφωνα αυτά ήταν συνδεδεμένα με έναν ισχυρό ενισχυτή, έτσι που οι εκπομπές του αγγλικού ραδιοφωνικού σταθμού B.B.C. ακουγόταν σε όλη την πόλη. Αυτό που ενδιέφερε περισσότερο τους κατοίκους της πόλης μας ήταν το δελτίο ειδήσεων στα ελληνικά, που μετέδιδε το αγγλικό ραδιόφωνο και ήταν η μοναδική πηγή ενημέρωσης τους πρώτους μήνες μετά την απελευθέρωση.

Μετά το 1950 τα ραδιόφωνα φθήναιναν και έγιναν πιο προσιτά στους καταστηματάρχες και τους υπάλληλους. Ένα ραδιόφωνο στις αρχές της δεκαετίας του 1950 κόστιζε 2.000 δραχμές, όταν ο μισθός ενός δημοσίου υπαλλήλου ήταν 800 δραχμές. Το ραδιόφωνο ήταν ακόμη ακριβό, φθηνότερο όμως από προπολεμικά. Ήταν όμως τόσο αγαπητό, που οι περισσότεροι κάνοντας κάποιες οικονομίες, μπορούσαν να το αγοράσουν.

Αρκετοί απέκτησε ραδιόφωνο και απολάμβαναν κάθε βράδυ τα μουσικά του προγράμματα. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια δεν είχε ηλεκτρικό ρεύμα η πόλη μας την ημέρα, έτσι αναγκαστικά όλοι άκουγαν ραδιόφωνο μετά την δύση του ηλίου, που άνοιγαν το ρεύμα για να ηλεκτροφωτιστεί η πόλη. Οι ραδιοσταθμοί την περίοδο αυτή ήταν περισσότεροι από προπολεμικά. Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών μετέδιδε στα μεσαία και στα βραχέα κύματα τραγούδια, ειδήσεις και θεατρικά έργα. Τα μακρά κύματα ήταν γεμάτα ξένους ραδιοσταθμούς. Ήταν ευρωπαϊκοί σταθμοί, βαλκανικοί, αραβικοί, τούρκικοι και σοβιετικοί. Όλοι όσοι είχαν ραδιόφωνο στο σπίτι τους κάθε βράδυ έπαιζαν με τις συχνότητες ψάχνοντας προγράμματα της αρεσκείας τους σε όλα τα ραδιοφωνικά κύματα. Η δεκαετία του 1950 ήταν η αρχή της περιόδου του «ψυχρού πολέμου» ανάμεσα στις δυτικές και ανατολικές χώρες, και ο πόλεμος αυτός πέρασε και στα ραδιόφωνα. Οι σταθμοί της Μόσχας, του Βουκουρεστίου, της Σόφιας, του Βελιγραδίου και των Τυράννων κάθε βράδυ είχαν πεντάλεπτη προπαγανδιστική εκπομπή με ειδήσεις και σχόλια στα ελληνικά. Τις εκπομπές αυτές τις άκουγαν οι Έλληνες κομμουνιστές, κρυφά και με προφυλάξεις.

Το ραδιόφωνο λειτουργούσε με ρεύμα, και την εποχή εκείνη τα χωριά δεν είχαν ρεύμα, με αποτέλεσμα να μην έχουν ραδιόφωνα. Το 1955 όμως κυκλοφόρησαν οι ξηρές μπαταρίες των 90 βολτ και των 1,5 βολτ, ειδικά κατασκευασμένες για τα ραδιόφωνα. Οι μπαταρίες αυτές ήταν ογκώδεις και εξωτερικές και η διάρκειά τους 3 μέχρι 4 μήνες. Οι πρώτοι που αγόρασαν τότε ραδιόφωνα και ξηρές μπαταρίες ήταν οι δάσκαλοι των χωριών.

Το 1956 λειτούργησε ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Φλωρίνης [1] και την ίδια εποχή τον ηλεκτροφωτισμό ανέλαβε η ΔΕΗ. Η πόλη μας είχε ηλεκτρικό ρεύμα όλο εικοσιτετράωρο και τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό. «Ημέρες ραδιοφώνου» για τους Φλωρινιώτες, που από το πρωί μέχρι το βράδυ άκουγαν όλα τα προγράμματα του Ραδιοφωνικού Σταθμού Φλωρίνης, ο οποίος ακουγόταν καθαρά και χωρίς παράσιτα. Στην δεκαετία του 1950 πουλήθηκαν πολλά ραδιόφωνα, επειδή οι συνθήκες άλλαξαν. Τα καταστήματα που πουλούσαν ραδιόφωνα ήταν του Γεωργίου Παπαγεωργίου, του Σταύρου Παγίνα, του Μιχάλη Φίσκα, του Πάνου Χατζημαλιάκα και αργότερα του Θεόδωρου Πασχαλίδη και του Λεωνίδα Χαραλαμπίδη. Προπολεμικά τα περισσότερα ραδιόφωνα στην πόλη μας ήταν τα PHILIPPS, μεταπολεμικά όμως τα καλύτερα ήταν τα WEGA και ήταν πρώτα σε πωλήσεις. Κυκλοφορούσαν όμως και τα FILCO, RCA, MULART, ERRES και άλλες μάρκες.

Τα πρώτα ραδιόφωνα με τρανζίστορ, μικρού μεγέθους, τα έφεραν κάποιοι μετανάστες από την Αμερική την περίοδο 1957 μέχρι το 1960. Ήταν όμως ελάχιστα και όσοι τα είχαν τα έδειχναν με περηφάνια, επειδή το μικρό τους μέγεθος έκαμνε εντύπωση σε όλους.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 τα παλιά μεγάλα ραδιόφωνα, που λειτουργούσαν με λυχνίες δεν πουλιόταν πια, επειδή είχαν κυκλοφορήσει τα ραδιόφωνα με τρανζίστορ. Αυτά είχαν μικρότερο μέγεθος. Αργότερα κυκλοφόρησαν και τα φορητά ραδιοφωνάκια που χωρούσαν στην τσέπη. Τα τρανζίστορ δημιούργησαν μια νέα εποχή ραδιοφώνου. Οι ορειβάτες της πόλης μας άρχισαν να κάνουν εκδρομές στα βουνά με το τρανζίστορ κρεμασμένο στο σβέρκο, τα παιδιά στις γειτονιές να παίζουν μπίλιες ακούγοντας τραγούδια από κάποιο ραδιοφωνάκι, και οι γυναίκες που τα καλοκαίρια καθόταν έξω στις πέτρες των σπιτιών και συζητούσαν ή κεντούσαν, άκουγαν ταυτόχρονα τραγούδια από ένα τρανζίστορ.

Τα τρανζίστορ έριξαν κατακόρυφα το κόστος του ραδιοφώνου, με αποτέλεσμα να αποκτήσουν ραδιόφωνο και οι πιο φτωχοί συμπολίτες μας. Από την δεκαετία του 1960 και μετά το ραδιόφωνο δεν έλειπε από κανένα σπίτι.

Το ραδιόφωνο ακόμη και σήμερα παραμένει καλός σύντροφος, καθώς οι ραδιοσταθμοί είναι πολλοί και βρίσκει κανείς προγράμματα της αρεσκείας του, με πολύ καλή ποιότητα ήχου.

Δημήτρης Μεκάσης

  1. Σχετικά με την ίδρυση του Ραδιοφωνικού Σταθμού Φλώρινας διαβάστε εδώ: Τα εγκαίνια του Ραδιοφωνικού Σταθμού Φλώρινας το 1956
Διαβάστε επίσης...
Shares

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Απαντήστε στην παρακάτω πράξη πριν υποβάλετε το σχόλιό σας *

Translate »